Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΩΝ ΠΡΟΤΥΠΩΝ (1985-87)

Τι θα γίνεις όταν μεγαλώσεις;

Πώς απαντούσαν τα παιδιά στα χρόνια μου; Μετά τις πρώτες, αναπόφευκτες παιδικές ασθένειες (πυροσβέστης, κατάσκοπος, αστροναύτης), ξεχώριζαν οι ανήσυχοι —που ήθελαν να γίνουν ερευνητές, επιστήμονες, συγγραφείς—, οι άπληστοι —που ήθελαν να γίνουν δισεκατομμυριούχοι—, και οι εξουσιαστές — που αποζητούσαν αξιώματα και γαλόνια.

Και τώρα;

Από τα επαγγέλματα που τότε μας τραβούσαν, σχεδόν κανένα δεν έχει σήμερα κύρος και αίγλη. Οι πλούσιοι, βέβαια, δεν είναι πια οι αυτοδημιούργητοι, οι Ωνάσηδες, οι ευεργέτες. Είναι εκμεταλλευτές και παράσιτα, που οφείλουν να ντρέπονται για τα λεφτά τους (και δεν δικαιούνται και να τα χαρούν). Οι πολιτικοί είναι πρόσωπα εντελώς αναξιόπιστα (βλ. σφυγμομέτρηση “Κλικ” Ιουλίου: μόνο 3% των πολιτικών λέει την αλήθεια!). Τα γαλόνια έχασαν τη λάμψη τους και, σίγουρα, δεν υπάρχει σήμερα πρόσωπο πιο θλιβερό από έναν καθηγητή ανώτατης σχολής.

(Θυμάμαι, απέναντι από το παιδικό μου σπίτι, ζούσε ένας Καθηγητής του Πολυτεχνείου. Κάθε μέρα, όταν γύριζε, μου τον έδειχναν από το μπαλκόνι, λέγοντας με σεβασμό και δέος: ο Κύριος Καθηγητής! Και βλέπω τους σημερινούς φίλους μου καθηγητές, υπαμειβόμενους, στο έλεος των κομμάτων και των νεολαιών, να προσπαθούν απλώς να επιβιώσουν ελισσόμενοι. Πού έρευνα και πού επιστήμη!).

Τι ισχύει στη σημερινή μας κοινωνία; Τι πρότυπα μπορούν να ακολουθήσουν τα παιδιά μας;

Γιατί, είτε το θέλουμε είτε όχι, τα πρότυπα είναι απαραίτητα. Όταν ξεκινάμε μια πορεία, κάπου θέλουμε να φτάσουμε. Η εξέλιξη χρειάζεται ένα μοντέλο, ένα υπόδειγμα, ένα (αριστοτελικό) τέλος. Εκτός βέβαια αν δεν πρόκειται για κίνηση παρά για σημειωτόν επί τόπου.

Στα χρόνια της νιότης μου θαυμάζαμε ανθρώπους. Σήμερα νομίζω πως αυτό το αίσθημα είναι άγνωστο. Άλλωστε, κι αν κάποιος μοιάζει άξιος θαυμασμού, οι ρυπαρογραφικές φυλλάδες αναλαμβάνουν να τον απομυθοποιήσουν αμέσως. Τον σκεπάζουν με λάσπη από την κορυφή ως τα πόδια — κι άντε, μετά, να τον θαυμάσεις!

Θα μου πείτε, ότι η παλιά, αστική κοινωνία ήταν γεμάτη από πλαστά είδωλα. Πως πολλοί από τους τότε θαυμαζόμενους ήταν απατεώνες, κουφοί, φαύλοι. Συμφωνώ. Αλλά θα αντιτείνω πως καλύτερα (και) μερικά πλαστά είδωλα παρά καθόλου είδωλα.

Γιατί χωρίς πρότυπα δεν πάμε πουθενά!

(Το ίδιο σκέπτομαι, τον τελευταίο καιρό, για τους αστικούς “καλούς τρόπους”. Ξέρω πως ήταν ψεύτικοι, πως βασίζονταν σε μια σύμβαση. Αλλά κουράστηκα πια να με σπρώχνουνε, να με τσαλαπατάνε, να με “κόβουνε” στο οδήγημα. Και αναφωνώ: καλύτερα ψεύτικοι καλοί τρόποι παρά καθόλου τρόποι!).

Ναι, χωρίς πρότυπα δεν πάμε μπροστά. Δεν υπάρχει η “τελική αιτία”, το κίνητρο που μας κινεί. Δεν έχουμε κάτι προς το οποίο να τείνουμε, που να μας οδηγεί.

Παραμένουμε στο τέλμα και στο “καλά είμαι εδώ”. Ιδανικό μας γίνεται το βόλεμα, η λούφα και η ξάπλα.

Ποιους ζηλεύει ο σύγχρονος Έλληνας; Σε ποιων τη θέση θα ήθελε να είναι; Ποιους, ενδόμυχα η φανερά, θαυμάζει; Σίγουρα εποφθαλμιά τον πλούτο — αλλά τα ΕΤΟΙΜΑ λεφτά. Να τα κληρονομήσει, όχι να τα φτιάξει. (Ο παλιός αυτοδημιούργητος χαιρόταν τη δημιουργία — τον πλούτο δεν προλάβαινε να τον ζήσει!). Άλλοι θέλουν αξιώματα και εξουσία και δόξα, αλλά κι αυτά απ' έξω, έτοιμα. Δι' απονομής!

Γι αυτό, όταν επιθυμούν το χρήμα, πρότυπο δεν είναι πια ο επιχειρηματίας, αλλά ο κομπιναδόρος, ο απατεών που πλουτίζει γρήγορα και άκοπα. Όταν σκέπτονται, αξίωμα, πρότυπο είναι ο δημόσιος υπάλληλος που προάγεται αυτόματα, χωρίς να διακινδυνεύει,. Ή, ακόμα περισσότερο, ο κομματικός παράγων, που γίνεται σύμβουλος, γενικός διευθυντής οργανισμού, ακόμα και υπουργός, με μια απλή απόφαση.

Αλλά, βέβαια, ούτε ο κομπιναδόρος, ούτε ο κομματόσκυλος μπορούνε να αποτελέσουν πραγματικά πρότυπα. Δεν έχουν τη δύναμη να εμπνεύσουν, να γεμίσουν μια νεανική ψυχή, να εμψυχώσουν. Είναι μοντέλα βολέματος, και όχι ιδανικά. Έτσι, αν εξαιρέσει κανείς μερικούς ποδοσφαιριστές και τραγουδιστές (εφήμερα είδωλα), οι νέοι μας σήμερα ζούνε χωρίς πρότυπα. Δεν πιστεύουν, δεν θαυμάζουν, δεν αξιολογούν. Όλα είναι λίγο-πολύ ίδια, αδιάφορα.

“Ντάξει, μωρέ, ντάξει...”.

Σε έναν τέτοιο κόσμο, χωρίς σημεία αναφοράς, χωρίς σαφείς προσανατολισμούς, έχουν πια μόνον οδηγό τις επιθυμίες, τους φόβους, τα ένστικτα τους. Αντιδρούν παρορμητικά και άτσαλα. Άγονται και φέρονται από τους δημαγωγούς που καθησυχάζουν και κολακεύουν τη μετριότητα.

Οι νέοι μας: τα μεγάλα θύματα μιας ανεύθυνης πολιτικής και πνευματικής ηγεσίας, που χρόνια τώρα καλλιεργεί την ιδεολογία του Λαϊκισμού και το ευαγγέλιο της μη προσπάθειας. Που αρνείται κάθε πρότυπο, σαν αντιλαϊκό και ελιτίστικο.

Και μας βυθίζει, κάθε μέρα περισσότερο, στο τέλμα.

11.10.1987