Δεν πληρώνω – Δεν πληρώνω!

Κάθε έξι (περίπου) μήνες με θυμάται ο Δήμος Αθηναίων. Μου στέλνει τότε ένα χαρτάκι με δύο (πάντα δύο) κλήσεις παράνομης στάθμευσης. Τελεσίδικες και δεδικασμένες – το μόνο που μου μένει είναι να πληρώσω τα πρόστιμα (αλλιώς «θα κινηθεί εναντίον μου η διαδικασία περί εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων, νόμος ΝΔ 356/74»).

Μόνο που ουδέποτε ειδοποιούμαι για την παρανομία. Ο άνθρωπος που με γράφει, δεν αφήνει κλήση στο παρμπρίζ ούτε άλλο ίχνος της παρουσίας του. Δεν πιστοποιείται η παρανομία – απλώς δικάζομαι και καταδικάζομαι ερήμην. Σαν τον Κ. του Κάφκα, σε μία αόρατη δίκη, χωρίς διαδικασία.

Το αστείο είναι πως δεν παρκάρω ποτέ παράνομα στην Αθήνα. Για τον απλούστατο λόγο ότι κατεβαίνω σπανιότατα στην πόλη (μένω σε προάστιο) και όταν συμβεί αυτό παίρνω μετρό ή ταξί – ακριβώς για να αποφύγω το άγχος του πάρκινγκ. Εκτός από μερικές περιπτώσεις, όταν πηγαίνω σε περιοχές όπου υπάρχει γκαράζ ή μάντρα που ξέρω, θετικά, ότι θα με δεχθεί. Ειδικά για την τελευταία κλήση: στους δρόμους όπου με «έγραψαν» (και αναφέρονται στο έντυπο) δεν έχω πατήσει τα τελευταία πέντε χρόνια.

Παρά λοιπόν τις κλήσεις και τα πρόστιμα, δεν νιώθω ίχνος ενοχής. Διότι απλούστατα δεν είμαι ένοχος. Οι βεβαιώσεις των προστίμων έρχονται με καθυστέρηση δύο και τριών ετών. Αφορούν πάντα αυτοκίνητα που έχω πουλήσει. Στην συγκεκριμένη τελευταία περίπτωση πάλι ΔΕΝ ήμουν κάτοχος του αυτοκινήτου που αναφέρεται στην κλήση. Θυμάμαι ότι στις αρχές του 99, το πούλησα (ανταλλαγή) σε εταιρία αυτοκινήτων. Αλλά για να μην πληρώσω, πρέπει (λέει το έντυπο) να προσκομίσω ΕΓΩ αποδείξεις ότι δεν ήμουν κάτοχος την στιγμή της παράβασης.

ΓΙΑΤΙ; Γιατί πρέπει να αποδείξω εγώ ότι δεν είμαι ελέφαντας; Γιατί δεν το ξέρουν αυτοί; Γιατί δεν ενημερώνουν τις καταστάσεις τους; Στην εποχή των υπολογιστών και των δικτύων, η καταχώρηση της αλλαγής ιδιοκτησίας ενός αυτοκινήτου χρειάζεται μερικά δευτερόλεπτα. Εδώ παίρνει χρόνια. Με αποτέλεσμα να χρεώνεται πάντα ο προηγούμενος κάτοχος (συνήθως ο πρώτος, εσαεί!). Μου έρχονται ακόμα κλήσεις για αυτοκίνητα που ούτε θυμάμαι αν και πότε τα είχα!

Το να παραπονεθώ τώρα στον Δήμαρχο δεν έχει νόημα. Αυτός κλαίει το κόμμα του που γεννήθηκε ανάπηρο και πέθανε πρόωρα. Άσε που λήγει και η θητεία του – και για δύο χρόνια (μέχρι τις βουλευτικές εκλογές – αν λάβει μέρος) δεν προβλέπονται πια μεγαλεία και παρασημοφορήσεις. Τι να του πω τώρα που είναι στην έξοδο; Πόσο τον καίνε σήμερα (αν τον έκαψαν ποτέ) τα προβλήματα του δημότη; Ιδιαίτερα μάλιστα όταν πρόκειται για το θέμα της στάθμευσης, όπου ηττήθηκε χειρότερα κι από την Γαλλία στο Μουντιάλ. Εκεί που νομίζαμε πως είχαμε κι εμείς ένα σύστημα χρονοχρέωσης όπως όλες οι Ευρωπαϊκές πόλεις, μας προέκυψε λειψό και θνησιγενές (σαν το κόμμα του δημάρχου). Κι έτσι τώρα όλες οι θέσεις στο κέντρο είναι παράνομες και για να καλύψει το έλλειμμα από την χρεοκοπία του συστήματος ελεγχόμενης στάθμευσης, ο Δήμος άνοιξε βιομηχανία κλήσεων και προστίμων.

Τι παραλογισμός! Αντί να φροντίσει να δημιουργήσει νέες θέσεις στάθμευσης (αλήθεια – πόσες καινούργιες άφησε πίσω του – σε σχέση με τα καγκελάκια) σε τιμωρεί όταν χρησιμοποιείς τις υπάρχουσες. Και μάλιστα αυτές που χρησιμοποιούσε και ο ίδιος για να εισπράττει, τους λίγους μήνες της ελεγχόμενης…

Και έστω – εισπράττει. Δεν μπορεί να το κάνει πιο γρήγορα; Είναι δυνατόν να πληροφορείσαι ότι παρανόμησες με δύο και τρία χρόνια καθυστέρηση; Πώς μπορεί να ελεγχθεί η ταυτότητα του γεγονότος; Ας πούμε ότι το αυτοκίνητο ανήκει σε εταιρία. Ποιος θυμάται αν την συγκεκριμένη μέρα το οδηγούσε ο τάδε ή ο δείνα;

Επαναλαμβάνω: Γιατί πρέπει να ταλαιπωρούμαι εγώ επειδή αφενός το Δημόσιο δεν ενημερώνει τα αρχεία του και αφετέρου καθυστερεί ο Δήμος να ειδοποιήσει; Ποιος θα με αποζημιώσει για τον χρόνο μου;

Αγαπητέ Συνήγορε του Πολίτη – μήπως θα μπορούσε να θεσπιστεί μία διάταξη που να επιβάλει χρονικό όριο στην γνωστοποίηση τέτοιων παραβάσεων; Πώς λένε ότι «ουδέν λάθος αναγνωρίζεται μετά την αποχώρησιν εκ του ταμείου»; Ε, λοιπόν: Ουδέν πρόστιμο επιβάλλεται μετά την παρέλευση τριμήνου. Πώς ακούγεται;

Μέχρι σήμερα τα πρώτα χαρτάκια τα πλήρωσα αδιαμαρτύρητα. Κακώς – αλλά η τεμπελιά και η αδράνεια ενθαρρύνουν την παρανομία – των άλλων… Αυτή τη φορά θα το παλέψω το πράγμα. Όπως έλεγε και ο Ντάριο Φο: Δεν πληρώνω - ΔΕΝ ΠΛΗΡΩΝΩ!