Ο έξυπνος Τσαρούχης είπε κάποτε: “Σ' αυτόν τον τόπο είσαι ό,τι δηλώσεις”.

Ο σοφός Σεφέρης έγραψε κάποτε: “Σ' αυτόν τον τόπο, όπου είμαστε όλοι, τόσο τραγικά αυτοδίδακτοι,...”.

Έχω την εντύπωση πως είπαν και οι δύο το ίδιο πράγμα.

Μόνο που ο Σεφέρης, που είχε το χάρισμα (ή την κατάρα) να βλέπει πάντα το μαύρο μέσα στο φως, είδε πάλι τη σκοτεινή και τραγική πλευρά. Και, για μια ακόμη φορά, είπε την Αλήθεια.

Γιατί Αλήθεια είναι αυτή η όψη του πραγματικού που το εξαντλεί. Αυτή που αγγίζει τον πυθμένα. Η επιπόλαιη άποψη μπορεί να είναι αληθινή, αλλά δεν είναι ποτέ η Αλήθεια.

Ας αναλύσουμε:

Χρησιμοποιούμε καθημερινά τη φράση του Τσαρούχη (που δεν ξέρουμε κι αν την είπε) για να στηλιτεύσουμε το γεγονός πως είμαστε γεμάτοι από αυτοαποκαλούμενους ειδικούς, καλλιτέχνες, κτλ. Που σημαίνει και αυτοδίδακτους. Γιατί αν είχαν σπουδάσει και μελετήσει πραγματικά την τέχνη ή την ειδικότητά τους, δεν θα είχαν ανάγκη να απονείμουν οι ίδιοι τίτλους στον εαυτό τους — θα τους είχαν, δικαιωματικά.

Δεν μπορούμε να πούμε για έναν απόφοιτο της ιατρικής σχολής πως “δηλώνει γιατρός”. Δηλώνουν αυτοί που δεν έχουν σπουδάσει, αυτοί των οποίων οι σπουδές δεν αναγνωρίζονται ή, τέλος, αυτοί που η αναγνώριση τους δεν εξαρτάται από τις σπουδές τους.

Και εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις —απατεώνων— όλοι αυτοί δεν ευθύνονται για το ότι αναγκάζονται να δηλώσουν. Εδώ γυρίζουμε στο “τραγικά” του Σεφέρη.

Η Ανάγκη είναι η προϋπόθεση της τραγωδίας. Είδε ο Σεφέρης τη Μοίρα μας, την Ανάγκη μας και είπε τη σωστή λέξη (ποτέ δεν διάλεγε λάθος λέξεις). Βλέπουμε τώρα το βάθος. Η ειρωνεία του Τσαρούχη, δεν καυτηριάζει (όπως μας φαίνεται σε πρώτη φάση) άτομα, αλλά το σύνολο.

Η ανάγκη μας κάνει αυτοδίδακτους και “δηλωσίες”, όχι η απάτη ή η πονηριά. (Κι αυτές είναι παιδιά της ανάγκης. Κανείς δεν γεννιέται πονηρός — γίνεται. Τον κάνουν...).

Επειδή δεν έχουμε παιδεία. Επειδή δεν έχουμε παράδοση (εκτός από λαϊκή — όση επέζησε). Επειδή δεν έχουμε σωστούς μηχανισμούς δημιουργίας και αναγνώρισης. Γι' αυτό “είμαστε όλοι τόσο τραγικά αυτοδίδακτοι”.

Επειδή η τουρκοκρατία έκοψε στα δύο τη ζωή του έθνους και νέκρωσε κάθε συνειδητή, έντεχνη, λόγια, ερευνητική, επιστημονική συνέχεια. Ούτε συντεχνίες μαστόρων, ούτε Πανεπιστήμια, ούτε εργαστήρια κληρονομήσαμε. Όλα έπρεπε να ξαναρχίσουν μετά τη μεγάλη τομή.

Η έλλειψη μηχανισμών διδαχής και αναγνώρισης οδηγεί άλλους να επωφελούνται από τη σύγχυση —να “δηλώνουν” και να επιβιώνουν— κι άλλους να προσπαθούν να ξεπεράσουν τη σύγχυση με μακροχρόνιες και συστηματικές προσπάθειες αυτοδιδασκαλίας.

Οι πρώτοι, είναι οι απατεώνες — που κεραύνωσε ο Τσαρούχης. Οι δεύτεροι είναι οι αυτοδίδακτοι του Σεφέρη: πατέρες της χώρας και της παράδοσης μας. Και δεν εννοώ εδώ τους “κλασικούς” μας αυτοδίδακτους (Θεόφιλο η Μακρυγιάννη). Τέτοιοι υπάρχουν και έξω. Ούτε μιλάω για τους καταξιωμένους δημιουργούς μας χωρίς πτυχίο (όπως ο Μάνος Χατζιδάκις). Αναφέρομαι σε όλους αυτούς που ξεκίνησαν να χτίσουν σ' αυτόν τον τόπο χωρίς να έχουν τίποτα πίσω τους.

Αυτοδίδακτος ήταν ο Σολωμός στην ποίηση και στη γλώσσα. Δημιούργησε τον σύγχρονο ελληνικό λόγο από το τίποτα. Καμία λόγια παράδοση πίσω του. Όλη του η ζωή μια σκληρή αυτοδιδακτική, πειραματική προσπάθεια. Με πρώτες ύλες το δημοτικό τραγούδι, τον Ερωτόκριτο, την Ιταλική ποίηση, τη γερμανική φιλοσοφία, έχτισε ένα ανολοκλήρωτο αλλά υπέροχο οικοδόμημα. Οι επόμενοι δεν θα ήταν πια τόσο αυτοδίδακτοι — γιατί τώρα υπήρχε ένας δάσκαλος.

Αλλά κι αυτοί που βγήκαν από Σχολές με πτυχία και διπλώματα, χρειάστηκε να γίνουν αυτοδίδακτοι για να υπάρξουν. Γιατί η μόρφωση που έδιναν μετά τη μεγάλη τομή οι Σχολές μας, ήταν εισαγόμενη, σε πολλά μη-αυθεντική, δανεική. Σπούδαζες γερμανικό ιμπρεσιονισμό, γαλλική λογοτεχνία, γερμανικό δίκαιο, Ιταλική μουσική. Ας αφήσουμε τους “σοφολογιώτατους”, την ψευτο-αρχαία Ελλάδα και την καθαρεύουσα. Έτσι, όλοι αυτοί που θέλησαν να βρουν την ελληνική ουσία υποχρεώθηκαν (πάλι το ρήμα της ανάγκης) να ξεχάσουν όσα έμαθαν στις σχολές και να ξαναρχίσουν μόνοι τους.

Μέγας, τέτοιος αυτοδίδακτος, ο Πικιώνης, ο Έλληνας αρχιτέκτονας. Ο Παρθένης, ο Έλληνας ζωγράφος. Κι οι νεότεροι τους — κι ο ίδιος ο Τσαρούχης. Και, για να ξαναγυρίσουμε στην αρχή, κι ο ίδιος ο Σεφέρης. Δεν έβαλε το πρώτο πληθυντικό “είμαστε” από ευγένεια, θεωρούσε και τον εαυτό του “τραγικά αυτοδίδακτο”. Όποιος παρακολουθήσει, τη σκληρή και επίμονη πορεία του από τις πρώτες επιστολές, τα πρώτα ποιήματα, τις πρώτες ημερολογιακές σημειώσεις, καταλαβαίνει τι εννοούσε.

Σήμερα ακόμη τα σχολειά μας δεν μας μαθαίνουν ούτε να σκεπτόμαστε, ούτε να κρίνουμε, ούτε να ζούμε. Αναγκαστικά λοιπόν γινόμαστε αυτοδίδακτοι αν θέλουμε κάτι παραπάνω από την τυπική απομνημόνευση και τη γνώση.

Κι αυτό, θα μου πείτε, ισχύει —ως ένα βαθμό— για όλους τους ανθρώπους, σε όλες τις χώρες, όταν ψάχνουν να οικοδομήσουν την προσωπικότητα τους. Μόνο που αλλού σε βοηθάνε να βρεις τον εαυτό σου — εδώ σου τον κρύβουν. Αλλού σε βοηθάνε να καταλάβεις του τόπο σου — εδώ σε τυφλώνουν με ψεύτικα είδωλα.

Για πολλά λοιπόν χρόνια ακόμη, όσοι παλεύουμε να βρούμε το πρόσωπο μας (ατομικό και συλλογικό) θα είμαστε σ' αυτόν τον τόπο αυτοδίδακτοι από ανάγκη — “τραγικά αυτοδίδακτοι”. Κερδίζοντας πότε την ειρωνεία, πότε τη χλεύη και πότε (σπάνια) το θαυμασμό.