Η σύνδεση μας με την ΕΟΚ θα μπορούσε να σημάνει το τέλος της Τουρκοκρατίας στην Ελλάδα.

Δεν εννοώ φυσικά τη στρατιωτική και πολιτική κυριαρχία των Τούρκων. Αυτή τέλειωσε το 1828. Εννοώ την ψυχολογική επίδραση της παρουσίας και της γειτονίας τους. Μπορεί να διώξαμε τους Τούρκους από τη χώρα μας, αλλά κάναμε πολλά χρόνια να τους διώξουμε από μέσα μας. Ήταν μόνιμα μέτρο σύγκρισης και άλλοθι.

Μια ατμόσφαιρα μοιρολατρίας και αλλοτρίωσης είχε μείνει σ' αυτή τη χώρα. Μια περίεργη σχέση με το κράτος, με το μέλλον, με τον εαυτό μας. Κακομοιριά και ευθυνοφοβία. Ραγιαδισμός και ωχαδερφισμός. Μικροπρόθεσμη σκέψη και μικρόψυχο αίσθημα. Μοναδικά μέσα επιβίωσης: το σκύψιμο του Χατζηαβάτη, ή η πονηριά του Καραγκιόζη.

Αυτός ήταν ο Τούρκος μέσα μας.

Μίζερες και οι σχέσεις με τους άλλους λαούς. Με την καχυποψία του φουκαρά, βλέπαμε κάθε κίνησή τους σαν συνωμοσία εναντίον μας. Η πίστη στην παντοδυναμία του “ξένου δάκτυλου” (το εθνικό πλέγμα παράνοιας) μας αφαιρούσε κάθε ευθύνη για τις πράξεις μας — κι έτσι διευκόλυνε τελικά τις, οποίες, ξένες επεμβάσεις.

Έλλειψη εθνικής αυτοπεποίθησης: Υφέσεις κατωτερότητας και εξάρσεις πατριδοκαπηλίας. Υστερίες δυσπιστίας και εκρήξεις δουλικότητας και μιμητισμού.

Αυτός ήταν ο Τούρκος μέσα μας.

Τώρα μπαίνουμε σ' έναν άλλο χώρο, όπου οι άνθρωποι έχουν ψηλά το κεφάλι, το βλέμμα τους κοιτάει μακριά, και δεν ρίχνουν σε άλλους τις ευθύνες για την Ιστορία τους. Τώρα, μέτρο μας γίνεται η Ευρώπη. Κι εδώ θα δούμε τι μπορεί να κάνει το Ρωμέικο φιλότιμο.

Ως σήμερα το σημείο συγκρίσεως —ή αναφοράς μας— ήταν η άμεση γειτονιά μας, ανατολική η βόρεια. Ούτε σκέψη να μετρηθούμε με τους Δυτικούς. “Μα τώρα, μπορούμε εμείς να συγκριθούμε με αυτούς;”. Και ησυχάζαμε.

Με μια γεωγραφική υπερφαλάγγιση παρακάμψαμε τα Βαλκάνια, γεφυρώσαμε τις θάλασσες και συνδεθήκαμε. Και από σήμερα με “αυτούς” θα συγκρινόμαστε. Τέρμα οι δικαιολογίες και τα βολέματα.

Ποίος φοβάται την Ευρώπη; Όλοι μας. Την αποζητάμε και την τρομάζουμε. Την απαιτούμε και την τρέμουμε. Τη θεωρούμε δικαιωματικά δική μας και ολοκληρωτικά ξένη.

Είναι και τα δύο.

Η Ευρώπη γεννήθηκε από την Ελλάδα — μια Ελλάδα όμως που δεν υπάρχει πια. Προχώρησε, διαμορφώθηκε, οριστικοποιήθηκε, χωρίς την Ελλάδα. Και σήμερα υποδέχεται τη μακρινή της πρόγονο ψάχνοντας πεισματικά να ανακαλύψει στα χαρακτηριστικά του προσώπου της κρυφές ομοιότητες.

Είναι δύσκολο να τις βρει.

Η Ελλάδα έχει αρκετό δρόμο να κάνει για να ξαναγυρίσει στην Ευρώπη.

Όμως πρέπει να ξέρει πως οδεύοντας προς την Ευρώπη οδεύει προς τον πραγματικό εαυτό της.

Γιατί η Ευρώπη έσωσε από το ελληνικό πνεύμα τα καλύτερα στοιχεία και τα συνέχισε, του καιρό που εμείς τα είχαμε χάσει. Αυτά που λέμε σήμερα δικά μας, από την Ευρώπη τα ξαναπήραμε πίσω.

Πορεία προς την Ευρώπη δεν σημαίνει αλλοτρίωση, αλλά ουσιαστική συνειδητοποίηση της μοναδικότητας μας. Δεν σημαίνει ν' απαρνηθούμε τη βυζαντινή ή τη λαϊκή μας παράδοση, ούτε τις ασιατικές μας επιδράσεις. Ίσα-ίσα που, αν πρέπει κάτι κι εμείς να κομίσουμε στην Ευρώπη, είναι το δικό μας ιδιαίτερο στοιχείο. Ούτε άλλωστε η Ευρώπη μας θέλει πιθήκους, μίμους και καθρέφτες της.

Γιατί ακριβώς αυτή είναι η ουσία της Ευρώπης — η πολυμέρεια, η πολυμορφία. Εξευρωπαΐζω δεν σημαίνει κάνω τα πράγματα πιο ομοιογενή, αλλά πιο ανόμοια. Η Ευρώπη δεν υπάρχει σαν ισοπεδωτική κεντρική δύναμη, σαν αφομοιωτική μηχανή, σαν πολιτιστικός οδοστρωτήρας. Η Ευρώπη είναι το σύνολο των διαφορών των Ευρωπαίων.

Και, είμαι Ευρωπαίος, σημαίνει πρώτα είμαι Άγγλος, Γερμανός, Γάλλος — και ίσως ακόμη περισσότερο είμαι Ουαλλός, Βαυαρός ή Προβηγκιανός. Εξευρωπαΐζω σημαίνει ακριβώς το αντίθετο του εξαμερικανίζω. Μόνο στα πλαίσια της Ευρώπης θα μπορέσουμε να βρούμε τη χαμένη εθνική μας ταυτότητα.

Θυμόσαστε του ορισμό του ορισμού; Για να ορίσουμε κάτι, έλεγε η παλιά Λογική, χρειάζεται το “γένος προσεχές” και η “ειδοποιός διαφορά”. Το γένος το κοντινό μας είναι η Ευρώπη. Εμείς θα ψάξουμε την ειδοποιό διαφορά. Για να βρούμε του ορισμό του εαυτού μας.

Και η Ευρώπη θα μας βοηθήσει, όπως μας βοήθησε ήδη να συνειδητοποιήσουμε το καθαρά ελληνικό μας στοιχείο. Ευρωπαίοι πρωτομάζεψαν τα δημοτικά μας τραγούδια, αξιολόγησαν τα βυζαντινά μας, δίδαξαν τους λαογράφους μας, ανακάλυψαν τους λαϊκούς μας καλλιτέχνες.

Η Ευρώπη πρωτοξέθαψε τα αρχαία μας. Ο Ρήγας, ο Κοραής, ο Σολωμός, από κει μας έφεραν την ελευθερία, τα γράμματα και την ποίηση. Και οι πιο “φανατικοί” Έλληνες: ο Γιαννόπουλος, ο Δραγούμης, ο Ψυχάρης, ο Αποστολάκης, έγιναν Έλληνες χάρη στην ευρωπαϊκή παιδεία. Η Ευρώπη τους οδήγησε στην Ελλάδα.

Δεν υπάρχει άλλος δρόμος από την Ευρώπη. Ας μην ξαναρχίσουμε τις μάταιες διαμάχες των Σλαβοφίλων και των Ευρασιατών στη Ρωσία, για το αν ανήκουμε κι αν πρέπει να ανήκουμε στην Ευρώπη. Γιατί απλούστατα δεν υπάρχει άλλος χώρος, όπου να μπορεί κανείς σήμερα να ζήσει με ηθική, πολιτιστική και εθνική αξιοπρέπεια. Η Ευρώπη είναι η ελπίδα του ανθρώπινου γένους να σωθεί ο ακέραιος, ελεύθερος και συνειδητός άνθρωπος.

Αυτό που άρχισε κάποτε στις 29 Μαΐου 1453, τελειώνει στις 28 Μαΐου 1980. Έτσι είναι σωστό και δίκαιο: Πάλι με χρόνους με καιρούς πάλι δικά μας είναι — όχι τα κτίρια της Πόλης, αλλά το ανάστημα της ελευθερίας, της αξιοπρέπειας και της αυτάρκειας. Η Μεγάλη Ιδέα έτσι θα εκπληρωθεί.