Συνέντευξη στο Logonet.gr

Έχετε συγκρουστεί με εκδότες εφημερίδων (στο βιογραφικό σας αναφέρεστε στις δέκα παραιτήσεις σας), με μία μεγάλη αυτοκινοβιομηχανία, έχετε στηλιτεύσει τον κοσμικό ρόλο του αρχιεπισκόπου, έχετε καταφερθεί εναντίον των παπάδων. Ποιο είναι το τίμημα για κάποιον όταν υποστηρίζει τις ιδέες του; (και δεν αναφέρομαι μόνο στον οικονομικό παράγοντα...)

Το τίμημα είναι η …ανυπαρξία. Ακούω συχνά «Έχεις πολλά χρόνια να βγάλεις βιβλίο». (Κι εγώ εκδίδω κάθε χρόνο από ένα…). Όμως τα βιβλία μου δεν παρουσιάζονται ούτε καν αναγγέλλονται από τις στήλες των εντύπων. Για μερικά μάλιστα είμαι στη μαύρη λίστα – δεν αναφέρεται ποτέ το όνομά μου. Δεν υπάρχω ούτε σε ανθολογίες, ιστορίες της λογοτεχνίας, ανασκοπήσεις, λίστες υποψηφίων για βραβεία. Στην Έκθεση Βιβλίου της Φραγκφούρτης, όταν η Ελλάδα ήταν τιμώμενη χώρα, κάλεσαν πάνω από 100 συγγραφείς – αλλά όχι εμένα. Η μόνη μου ελπίδα να αναγνωριστώ, είναι να πεθάνω.

-«Η δυστυχία του να είσαι Έλληνας»-το βιβλίο που σας έκανε ευρέως γνωστό γράφτηκε το 1975. Παραμένει όμως «επικίνδυνα» επίκαιρο. Πόσο ανησυχητικό είναι αυτό το γεγονός για κάποιον που πιστεύει στην πρόοδο;

Το βιβλίο δεν γράφτηκε το 1975, αλλά μέσα στα χρόνια της δικτατορίας, όταν φυσικά δεν θα μπορούσε να κυκλοφορήσει. Εκδόθηκε αμέσως μετά. Το ότι ανατυπώνεται συνεχώς, παραμένει επίκαιρο και διαβάζεται από ανθρώπους που ούτε συνειδητοποιούν πότε γράφτηκε, είναι για μένα καλό και κακό. Καλό γιατί δείχνει πως είναι διαχρονικό, πως η προβληματική του είναι βαθύτερη και αντέχει στον χρόνο. Κακό διότι μου έχει κολλήσει σαν ετικέτα και δεν μπορώ να απαλλαγώ. Όσο για την πρόοδο σε θέματα αυτοσυνείδησης και ταυτότητας (αυτά είναι οι άξονες του βιβλίου) η αλλαγή και η ωρίμανση παίρνει πολλές γενιές.

-Το φωτογραφικό σας δοκίμιο «Το φως των Ελλήνων» εξαίρει το ρόλο του φωτός. Πως εσείς ένας φωτολάτρης δουλεύετε τις περισσότερες ώρες της ημέρας στο υπόγειό σας;

Η απάντηση βρίσκεται σε ένα άλλο βιβλίο μου «Το Ημερολόγιο του Καύσωνα». Εκεί περιγράφεται ο χώρος μου σαν κιβωτός όπου έχω διασώσει όλα όσα αγαπώ. Φωτολάτρης παραμένω, αλλά μην ξεχνάτε ότι η κύρια θέση μου στο «Φως των Ελλήνων» είναι πως το τραγικό ελληνικό φως δεν αντέχεται. Όσο γερνάω και πλησιάζω στο σκοτάδι, τόσο λιγότερο το αντέχω…

-Όλες οι δημοσκοπήσεις των τελευταίων χρόνων προβάλλουν έναν Έλληνα ιδιαίτερα συντηρητικό που δίνει σημασία σε θεσμούς όπως η εκκλησία και ο στρατός. Τελικά η κοινωνία μας είναι συντηρητική, ή οι φωνές αυτές βρίσκουν χώρο για να ακουστούν πιο δυνατά από τις άλλες;

Μα δεν είναι μόνο δυνατές – είναι, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, και πάρα πολλές. Η συντριπτική πλειονότητα. Η κοινωνία μας πάντα ήταν συντηρητική (που σημαίνει ανασφαλής). Μετά την χρεοκοπία του κομμουνισμού, που έδινε μία διεθνιστική και ορθολογική χροιά στην ελληνική Αριστερά, (και μέσω αυτής στην ελληνική διανόηση) έγινε ακόμα πιο κλειστή. Η Αριστερά μας σήμερα είναι πιο συντηρητική από την Δεξιά.

-Μου δίνετε την εντύπωση ενός ανθρώπου με ιδιαίτερα έντονη μνήμη. Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό που μπορεί να κάνει ευτυχισμένο έναν άνθρωπο;

«Η μνήμη, όπου και να την αγγίξεις, πονεί» γράφει ο Σεφέρης. Μακάριοι όσοι μπορούν να ξεχνάνε. Με τα χρόνια, η χωρητικότητα της μνήμης μικραίνει και θυμάσαι μόνο τα παλιότερα. Κι αυτό ίσως είναι ακόμα πιο οδυνηρό. Το να ανακαλείς την παιδική και εφηβική ηλικία όταν αργοκινείσαι μέσα στην τρίτη, δεν είναι καθόλου ευχάριστο.

-Είστε υπέρμαχος της τεχνολογίας. Χρησιμοποιείτε τον υπολογιστή για να γράφετε, καθώς υποσηρίζετε (όπως και ο Έκο) ότι είναι το μόνο μέσο που καταγράφει σχεδόν ταυτόχρονα τη σκέψη μας. Τι γίνεται όμως με όλα αυτά που εμποδίζουν τη σκέψη μας ν’ αναπτυχθεί;

Οι μόνοι που εμποδίζουμε την σκέψη μας να αναπτυχθεί, είμαστε εμείς οι ίδιοι. Η τεχνολογία παραμένει μέσο που μας συμπληρώνει και μας προεκτείνει. Ένας υπολογιστής είναι τόσο ευφυής ή κουτός, όσο και ο χειριστής του. Ο ένας τον χρησιμοποιεί για να αποκρυπτογραφήσει το ανθρώπινο γονιδίωμα και ο άλλος μόνο για να δει τσόντες.

-Διαθέτετε περίπου 30.000 τόμους βιβλίων. Ενδεχομένως να έχετε διαβάσει και περισσότερους. Τι είναι αυτό που περιμένετε, ως αναγνώστης, από το επόμενο βιβλίο;

Να είναι αιφνιδιαστικά καινούργιο και σοφά παλαιό.

-Έχετε δηλώσει ότι η «λογοτεχνία» και η «τεχνολογία» περιέχουν τα ίδια συστατικά σε διαφορετική σειρά. Με ποιο τρόπο πιστεύτε ότι μπορεί να υπάρξει η λογοτεχνία στο Διαδίκτυο;

Το Διαδίκτυο είναι, πέρα από όλα τα άλλα, και μία απέραντη βιβλιοθήκη. Φιλοξενεί όλων των ειδών βιβλία – άρα και τα λογοτεχνικά. Φιλοξενεί ακόμα και πρωτότυπα έργα, που δεν έχουν ακόμα βγει σε βιβλίο (είναι πολύ φτηνότερη η έκδοση στο Internet) καθώς και περιοδικά σαν το δικό σας. Είναι ο νέος χώρος της τέχνης και της λογοτεχνίας – πιο πλούσιος, πιο ποικίλος και πιο ελεύθερος.

-Προκρίνετε το ύφος ως το πιο σημαντικό στοιχείο ενός βιβλίου. Τι γνώμη έχετε αλήθεια για τα εργαστήρια συγγραφικής τέχνης; Μπορούν μέσα από αυτά να γεννηθούν σημαντικοί συγγραφείς;

Κάθε τέχνη έχει και τις τεχνικές της. Η τεχνική δεν κάνει τον δημιουργό – αλλά χωρίς αυτή δεν μπορεί να εκφραστεί. Η τεχνική διδάσκεται και καλόν είναι να επωφελείται κάποιος από τις γνώσεις και την πείρα των άλλων. Γιατί κάτι που είναι αυτονόητο στην ζωγραφική και την μουσική, να μην ισχύει και στην λογοτεχνία;

-Ένας μεγάλος φωτογράφος έχει δηλώσει ότι όταν τον ρωτούν οι μαθητές του πως θα βγάζουν καλύτερες φωτογραφίες, τους δηλώνει ότι ο μόνος τρόπος είναι να διαβάσουν περισσότερη ποίηση και γενικότερα λογοτεχνία. Έτσι θα αποκτήσουν μία ιδιαίτερη ματιά. Η εμπειρία σας ως φωτογράφου μάλλον αποδεικνύει τα λόγια του...

Αν ήταν θέμα λόγου και ποίησης, θα ήμουν σίγουρα ακόμα καλύτερος φωτογράφος, Όμως εκτός από αυτά, χρειάζεται και η επίδοση, η αφοσίωση, το 100% της προσήλωσης. Παραμένω ένας συγγραφέας που φωτογραφίζει. Η φωτογραφική μου δουλειά είναι προέκταση του λόγου.

Με την φωτογραφία, μου συμβαίνει ότι και με την ποίηση. Έχω γράψει μερικά καλά ποιήματα – αλλά δεν θεωρώ τον εαυτό μου ποιητή. Εξίσου το γεγονός ότι έχω βγάλει μερικές καλές φωτογραφίες δεν με κάνει φωτογράφο. «Ο βίος βραχύς η δε τέχνη μακρά». Έκανα πολλά αλλά δεν πρόλαβα ούτε τα μισά από όσα ήθελα...