Α, ναι! Τώρα έχουμε και τα θαύματα του άλιωτου Βησσαρίωνα!

 

Άλιωτος;

 

Ας μου εξηγήσει κάποιος δυνατός στα εκκλησιαστικά. Σε τι διαφέρει ο άγιος από τον αφορισμένο; Στην ακολουθία του αφορισμού αναπέμπεται η κατάρα να μην λιώσει το πτώμα. Την παραθέτω:

 

«Εν τω ονόματι της αγίας τριάδας έχομεν και κυρήττομεν αυτούς αφορισμένους, κατηραμένους και ασυγχώρητους παρά Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος και έστωσαν μετά θάνατον άλυτοι και τυμπανιαίοι, αι πέτραι και ο σίδηρος λυθήσονται αυτοί δε ουδαμώς» .

 

(Όταν το είπαν αυτό στον αφορεσμένο Ανδρέα Λασκαράτο, είπε: «Μήπως μπορούν να αφορίσουν και τα παπούτσια μου, που συνεχώς λιώνουνε»).

 

Λοιπόν ωραία – έχουμε ένα περιστατικό μουμιοποίησης που σύμφωνα με την ιατροδικαστική επιστήμη συμβαίνει συχνά. Και λοιπόν; Το είδε και ένας υπέργηρος ιατροδικαστής, του οποίου μάλλον έχει αλλοιωθεί η όραση, διότι  περιέγραψε το λείψανο ως λευκό και ροδαλό – ενώ στις φωτογραφίες φαίνεται κατάμαυρο. Και λοιπόν;

 

Α, όχι. Στην χώρα όπου η Αγία Ζώνη έρχεται με στρατιωτικό αεροπλάνο και της αποδίδονται τιμές αρχηγού κράτους (αγήματα, εμβατήρια και παράτες) προκειμένου να κάνει την μεγάλη αρπαχτή και να αρμέξει τους αφελείς, δεν θα μπορούσε ένα τέτοιο περιστατικό να περάσει απαρατήρητο και ανεκμετάλλευτο. Πέσαν επάνω τα κοράκια και άρχισαν να μασάνε!

 

Τι είπατε; Θίγω το θρησκευτικό αίσθημα του λαού; Ποιο αίσθημα; Ποιας θρησκείας; Νόμιζα πως ήμασταν Χριστιανοί. Μπορείτε να μου πείτε, που, σε ποιο χωρίο του Ευαγγελίου προτρέπει ο Χριστός να προσκυνάμε ιερά λείψανα;

 

Η πρώτη που θα έπρεπε να παρέμβει θα ήταν η ίδια η Εκκλησία. Για να προστατέψει το ποίμνιό της. Για να διαφυλάξει (όσο μπορεί και θέλει) την αγνότητα της πίστης των πραγματικά πιστών.

 

Αχ, που είσαι Εμμανουήλ Ροΐδη:

 

«Καθώς ο γνήσιος οινοπότης βδελύττεται τους νοθεύοντας τον οίνον, ούτω και ο καλός χριστιανός αποστρέφεται τους αναμιγνύοντας εις την θρησκείαν, ίνα καταστή επικερδεστέρα, τας παντοίας της εξυρισμένης ή πολυμάλλου κεφαλής των εφευρέσεις, τα θαύματα των εικόνων, τους θεούς της ειδωλολατρείας μετημφιεσμένους εις αγίους, τας προσκυνήσεις, τα εισιτήρια του Παραδείσου, τα άγια λείψανα, τα κομβολόγια και τα ιερατικά εμπορεύματα, δι ών το επάγγελμα των Αποστόλων κατέστη και αυτής της ιατρικής και της ονειροκρισίας αγυρτικότερον».

 

Ναι, τον Ροΐδη θυμήθηκα και τις περιγραφές του στην «Πάπισσα Ιωάννα». Που ήταν καλύτερος Χριστιανός από τους ρασοφόρους, οι οποίοι αφόρεσαν το βιβλίο του.

 

Και ο μεν Ροΐδης έγραφε για τον Μεσαίωνα, όπου η λατρεία των Αγίων Λειψάνων νων είχε φτάσει στο αποκορύφωμά της, με αποτέλεσμα ορισμένοι Άγιοι να έχουν από τρεις έως και τέσσερις κάρες και εφτά με οχτώ χέρια που φυλάσσονταν σε διάφορα μέρη και σε χρυσοποίκιλτα οστεοφυλάκια. Για να μην πούμε για το Τίμιο Ξύλο, από τον Σταυρό του Ιησού Χριστού, όπου ο όγκος όλων των σωζόμενων κομματιών αντιστοιχούσε σε ολόκληρα δάση.

 

Αλλά σήμερα ζούμε στον 21ο αιώνα και η  πίστη μας θα έπρεπε να είναι καθαρή και ελεύθερη από δεισιδαιμονίες και μαγικά κατάλοιπα. Διότι τι άλλο από μαγική σκέψη είναι η ιδέα πως ένα λείψανο μπορεί να κάνει θαύματα;

 

Δεν επιχειρηματολογώ εδώ ως άπιστος, αλλά ως χριστιανός. Τι ανάγκη έχει μία θρησκεία τόσο ανθρώπινη και διαυγής στην διδασκαλία της (θυμηθείτε την Επί του Όρους Ομιλία) από θαυματουργά λείψανα; Τίποτα δεν της προσθέτουν, μόνο της αφαιρούν την ποιότητα και την ενάργειά της.

 

Όμως το πλήθος των αγράμματων και αφελών συρρέει, προσκυνάει και πληρώνει. Ξαφνικά το λείψανο γίνεται τουριστικό αξιοθέατο, οι τοπικοί παράγοντες πανηγυρίζουν, οι επιτήδειοι πλουτίζουν.

 

Η μεγάλη ευκαιρία για την Ορθόδοξη εκκλησία χάθηκε με την Εικονομαχία. Οι άνθρωποι που ήθελαν να εκσυγχρονίσουν την λατρεία, να καταργήσουν τα ειδωλολατρικά κατάλοιπα (τι άλλο είναι οι εικόνες;) να περιορίσουν τις υπερβολές του μοναχισμού, ηττήθηκαν και πλήρωσαν την ήττα τους με πολύ αίμα. (Δολοφονήθηκαν δεκάκις μύριοι, λένε τα χρονικά της εποχής – εκατό χιλιάδες!).

 

Κι έτσι οι εικόνες και τα λείψανα βασιλεύουν. Παρόλο που πουθενά στην Βίβλο δεν αναφέρονται. Αντίθετα, στις Δέκα Εντολές υπάρχει απαγόρευση των εικόνων: Ου ποιήσεις σεαυτώ είδωλον ουδέ παντός ομοίωμα όσα εν τω ουρανώ άνω και όσα εν τη γη κάτω και όσα εν τοις ύδασιν υποκάτω της γης, ου προσκυνήσεις αυτοίς ουδέ μη λατρεύσης αυτοίς». 

 

Αχ, πόσο διψασμένοι για θαύματα και για σωτηρία είμαστε όλοι. Ανατρέπουμε τους νόμους της φύσης, δημιουργούμε ανύπαρκτα γεγονότα. Βλέπουμε εικόνες που δακρύζουν ή ματώνουν, λείψανα που διατηρούνται αναλλοίωτα, θαύματα που φέρνουν πρωτοσέλιδους τίτλους. Είναι φοβερή η ανάγκη του ανθρώπου να κοροϊδεύει τον εαυτό του. Από όλα τα θαύματα που έχουν ερευνηθεί επιστημονικά (και είναι εκατοντάδες) ούτε ένα δεν άντεξε τον έλεγχο. Ακόμα και διάσημα αντικείμενα, όπως η Ιερά Σινδόνη του Μιλάνου, αποδείχθηκαν πλαστά. Κι όμως ο κόσμος εκεί: πιστεύει τυφλά, γιατί το χρειάζεται. Όσα και να λέμε εμείς οι ορθολογιστές, η πίστη δεν μας ακούει.

 

Τουλάχιστον, όμως, ας μην είναι τόσο τυφλή. Ας μην γίνεται αντικείμενο τόσο χονδροειδούς εκμετάλλευσης. Εντάξει, ζητιανεύουν μία ελπίδα – αλλά ας μην εξευτελίζονται.